Menu

Παρουσίαση λευκώματος του Δημήτρη Κοιλαλού στο MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας

CAESURA, όσο κρατάει μια ανάσα. Ένα φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Κοιλαλού Ο φωτογράφος Δημήτρης Κοιλαλούς, διδάσκων του μεταπτυχιακού μας «Μουσειολογία-Διαχείριση Πολιτισμού» του Α.Π.Θ. και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, παρουσιάζει στη Θεσσαλονίκη την Tρίτη 14 Ιουνίου 2022 στις 20.00 το φωτογραφικό λεύκωμά του “CAESURA, όσο κρατάει μια ανάσα” στο πλαίσιο των Artist’s talks του ΜΟΜus-Μουσείο Φωτογραφίας. […]

CAESURA, όσο κρατάει μια ανάσα. Ένα φωτογραφικό λεύκωμα του Δημήτρη Κοιλαλού

Ο φωτογράφος Δημήτρης Κοιλαλούς, διδάσκων του μεταπτυχιακού μας «Μουσειολογία-Διαχείριση Πολιτισμού» του Α.Π.Θ. και του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, παρουσιάζει στη Θεσσαλονίκη την Tρίτη 14 Ιουνίου 2022 στις 20.00 το φωτογραφικό λεύκωμά του “CAESURA, όσο κρατάει μια ανάσα” στο πλαίσιο των Artist’s talks του ΜΟΜus-Μουσείο Φωτογραφίας.

Ήταν αυτή η ομώνυμη έκθεσή του στο Μουσείο Μπενάκη το 2019 που με έφερε σε επαφή τόσο με το φωτογραφικό του έργο, όσο και με την σκηνογραφική-μουσειολογική του άποψη. Ο τρόπος με τον οποίο ο Κοιλαλούς είχε ‘σκηνοθετήσει’ τα έργα του στην Πειραιώς διερρήγνυε επιτέλους τα στερεότυπα του λευκού ή έστω έγχρωμου τοίχου. Ο Κοιλαλούς, ανασυστήνοντας τον κώδικα της συμπαραδήλωσης είχε καταφέρει να «μετατρέψει την κουλτούρα μιας ‘μηχανικής’ τέχνης στον κοινωνικότερο θεσμό που υπάρχει» όπως σημειώνει ο Ρ. Μπαρτ [(1988). Εικόνα-Μουσική-Κείμενο. Αθήνα:Πλέθρον]. Οι φωτογραφίες του, με το εντυπωτικό, αλλά όχι εντυπωσιακό περιεχόμενο έδιναν τη δυνατότητα στον επισκέπτη να προσληφθούν πολιτικά, όχι να καταναλωθούν αισθητικά. [Ρ. Μπαρτ (1983). Ο φωτεινός θάλαμος. Aθήνα: Kέδρος)].

Το φωτογραφικό του έργο είχε να κάνει με τους μετανάστες που έφταναν κάτω από τις γνωστές σε όλους μας συνθήκες. Στόχευε όμως, όπως ο ίδιος σημειώνει «περισσότερο στο υπαρξιακό παρά στο ιστορικό επίπεδο, αποτυπώνοντας τη γενική ταυτότητα του φυγά, εκείνου που προσπαθεί να αποδράσει, εκείνου που προσεταιρίζεται άλλες, ενδιάμεσες προσωρινές ταυτότητες». Ο Κοιλαλούς μιλούσε «για όλους εκείνους που σιωπηλοί, απογυμνωμένοι, πάλευαν να ανασυστήσουν έναν ‘εαυτό’ από τα λίγα που τους έχουν απομείνει».

Η έκθεση, αναδεικνύοντας με έναν εκπληκτικό τρόπο τα έργα και κυρίως προκαλώντας τη συναισθηματική και βιωματική εν τέλει συμμετοχή του επισκέπτη που δεν ήταν απλώς θεατής, αλλά συμμέτοχος μια δράσης και ενός δράματος, αποτύπωνε τη μεταβατική κατάσταση των προσφύγων και των μεταναστών που έφταναν στην Ελλάδα το 2015 και το 2016, έχοντας διασχίσει το Αιγαίο. Τα τοπία του Κοιλαλού «αποτύπωναν ένα περιβάλλον μεταφορικό και ακαθόριστο, χωρίς αναγνωρίσιμα ορόσημα, μολαταύτα πραγματικό και απόλυτα συναφές με το τοπογραφικό πλαίσιο των συνόρων. Οι άνθρωποι, παγιδευμένοι σε έναν μεταβατικό και εφήμερο «ενδιάμεσο» χρόνο, ανέδυαν μια διφορούμενη αίσθηση ηρεμίας αλλά και ανησυχίας, σαν να είχαν τη δύναμη να υπερβούν τον χρόνο, μένοντας απλανείς σε μία μετέωρη ψυχική κατάσταση, σχεδόν αιωρούμενοι ανάμεσα σε δύο ασυνεχείς χρονικές στιγμές. ‘Ηταν άνθρωποι που θέλησαν να φωτογραφηθούν επειδή ακριβώς είχαν καταφέρει να φτάσουν σώοι ως εδώ –σαν να επιχειρούσαν, μέσω της φωτογραφίας, το πέρασμα στην αθανασία– σαν μελαγχολικοί ιππότες, μετά από τη μεγάλη μάχη.

Ξεκινώντας από τα κλειστά σακίδια, τις οικογενειακές φωτογραφίες και τα γεμάτα οδύνη και νοσταλγία βίντεο των κινητών τηλεφώνων, η ματιά του καλλιτέχνη όπως αποτυπώθηκε στις φωτογραφίες προσπαθούσε να αφαιρέσει τη ανώνυμη μάσκα του πρόσφυγα και του μετανάστη, που συχνά την κατέγραφαν οι τηλεοπτικές και οι φωτογραφικές κάμερες, χωρίς ποτέ να σταματούν στο πρόσωπο, παρά μόνο για να ενισχύσουν τη στερεοτυπική εικόνα του πόνου και της ταλαιπωρίας».

Το υπέροχο αυτό λεύκωμα του 2018 (Caesura, Τhe Duration of a Sigh, Kehrer Verlag, Heidelberg/Berlin), που κάποια αντίτυπά του βρίσκονται στα πωλητήρια των Μουσείων Φωτογραφίας στη Θεσσαλονίκη και Μπενάκη στην Αθήνα, περιλαμβάνει τα έργα αυτής της μοναδικής φωτογραφικής έκθεσης και έχει ήδη αποσπάσει πολλά βραβεία. Ο Κοιλαλούς στην παρουσίαση του λευκώματος που είχε τη στήριξη του Μουσείου Φωτογραφίας, θα μιλήσει για το πως φωτογραφήθηκε και ολοκληρώθηκε το έργο, και πως -σε δεύτερη φάση- και με διαφορετική αφηγηματική λογική και διάταξη- το έργο εκδόθηκε από τις εκδόσεις Kehrer της Γερμανίας. Δυστυχώς δεν περιλαμβάνει τον συγκλονιστικό τρόπο έκθεσής του, που όμως δεν θα μπορούσε έτσι κι αλλιώς να αποτυπωθεί με φωτογραφίες αυτό που μόνο βιωνόταν. Είναι αυτό που τον παρακαλέσαμε να μεταφέρει στους μεταπτυχιακούς φοιτητές μας της μουσειολογίας και το έκανε με πολύ μεγάλη προσοχή και διδακτική ευθύνη.

Η δουλειά του έχει εκτεθεί σε ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε φεστιβάλ και αίθουσες τέχνης στην Ελλάδα (Μουσείο Μπενάκη-Αθήνα, MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας -Θεσσαλονίκη, Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης – Ρέθυμνο, Chios Photo Festival – Χίος, στη Γαλλία (Les Boutographies-Rencontres Photographiques de Montpellier – Μονπελιέ, Photo Med Festival – Τουλόν, Institut du Monde Arabe, 3eme Biennale des Photographes du Monde Arabe Contemporain – Παρίσι), στην Πορτογαλία (Imago Lisboa Photo Festival – Λισαβώνα) στην Ιρλανδία (Photo Ireland Festival – Δουβλίνο), στις ΗΠΑ (Aperture Summer Open – Νέα Υόρκη και CENTER, Σάντα Φε – Νέο Μεξικό), στην Αυστραλία (Head on Photo Festival-Σύδνεϋ), την Μαλαισία (Kuala Lumpur International Photo Awards – Κουάλα Λουμπούρ), την Ουαλία (The Millennium Centre and the Turner House – Κάρντιφ), τη Γεωργία (Kolga Tbilisi Photo Festival -Τιφλίδα) και τη Λιθουανία (Yicca Awards – Βίλνιους).

Έργα του φιλοξενούνται σε ιδιωτικές συλλογές, καθώς και στις συλλογές του MOMus-Μουσείο Φωτογραφίας (Θεσσαλονίκη), του Head On Photo Foundation (Sydney) του CENTER Photo Festival (Santa Fe – New Mexico), και του Institut du Monde Arabe (Paris -France).

0923_03_ 001